Η Όλγα Τρέμη δεν χρειάζεται συστάσεις. Εχοντας διασχίσει τα τελευταία πενήντα χρόνια την δημόσια ζωή του τόπου, έχει πολλά να πει για το σημερινό πολιτικό σκηνικό και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του -ίσως γράψει και βιβλίο. Εμπειρη και ψύχραιμη, παρακολουθεί, κρίνει, σχολιάζει. Από τον Μητσοτάκη και τον Κασσελάκη ως τις εσωκομματικές σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, δεν αφήνει ασχολίαστη ούτε την δημοσιογραφία.
Κυβέρνηση χωρίς αντιπολίτευση, νομίζω πρώτη φορά έχουμε στην χώρα…
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είχαμε δικομματισμό, σαφέστατο και ευκρινέστατο. Και σήμερα η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική. Πέραν της παρατήρησης ότι πρόκειται για κάτι πρωτοφανές και άνισο, δημιουργεί ταυτόχρονα και έναν προβληματισμό στο κατά πόσο λειτουργεί ομαλά το ίδιο μας το πολίτευμα, η δημοκρατία.
»Αλλά το κρίσιμο ερώτημα είναι γιατί φτάσαμε ως εδώ. Διότι το θέμα δεν είναι μόνο η ανισότητα είναι κι η αποχή. Και δεν το εννοώ εκλογικά, μόνο με την έννοια της έλλειψης ενδιαφέροντος, αλλά με την έννοια του πάλαι ποτέ ενεργού πολίτη, που ανάγεται στα βάθη της ιστορίας και μέχρι πριν από μια εικοσαετία υπήρχε και ως έννοια και ως στάση και ως λειτουργία».
Κι αυτό που οδηγεί;
«Αν σταθώ στη συνολική εικόνα, θα σκεφτώ, δυστυχώς, κάτι πολύ δυσάρεστο: Οτι ζούμε σε μια εποχή με πολύ έντονα στοιχεία παρακμής. Το οποίο ναι μεν είναι απωθητικό και καταθλιπτικό, αλλά ταυτόχρονα σκέφτομαι ότι μπορεί να εμπεριέχει κι ένα στοιχείο ελπίδας. Με την έννοια ότι όλα τα φαινόμενα, θετικά και αρνητικά, έχουν αρχή, μέση και τέλος. Άρα μπορεί να πρέπει να περιμένουμε να φτάσουμε στον πάτο του καζανιού. Γιατί κατά τη γνώμη μου δεν έχουμε φτάσει ακόμα. Πιστεύω και φοβάμαι ότι θα δούμε κι άλλα, ενδεχομένως χειρότερα, προκειμένου ν΄αρχίσουν πάλι τα πράγματα να παίρνουν λίγο τ΄απάνω τους. Και μέσα σ΄αυτό το τοπίο έχουμε να κάνουμε με μια κυβέρνηση που θεωρείται μοναδική λύση και όχι μόνο δημοσκοπικά. Αλλά επιλέγεται απ΄το 28% εκείνων που ψηφίζουν, που είναι το 50% του εκλογικού σώματος.
»Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δημιούργησε μια ισχυρή προσδοκία και κατάφερε το ακατόρθωτο, να πάρει, στη δεύτερη θητεία του, υψηλότερο ποσοστό στην κάλπη απ΄αυτό της προηγούμενης τετραετίας. Κάτι που συνιστά πολιτική παραδοξότητα, υπό την έννοια ότι γνωρίζουμε και παραδεχόμαστε ότι μια κυβέρνηση στη διάρκεια της τετραετίας υφίσταται κάποια, έστω και μικρή, φθορά».
Συνέβαλαν σ΄αυτό ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ;
«Όχι, το ανάποδο νομίζω ότι συνέβη. Νομίζω ότι η φθορά των υπολοίπων κομμάτων και κυρίως των δύο, λειτούργησε, σε πρώτη φάση, ως μεγάλη ώθηση για τη Νέα Δημοκρατία. Αλλά επειδή η ζωή είναι σκληρή και τα προβλήματα αμείλικτα, επειδή πλειοψηφικά η άποψη ότι ο “Κανένας” τ΄αντιμετωπίζει πιο αποτελεσματικά, οδηγηθήκαμε σε μια δεύτερη φάση και πολύ γρήγορα. Κι αυτό ίσως είναι ένα στοιχείο που θα΄πρεπε να προβληματίζει σ΄ένα νέο τοπίο: Στο τοπίο δηλαδή του γυρίζω την πλάτη, έντονα και επιδεικτικά. Ενδεχομένως γιατί μπορεί να θεωρώ ότι έτσι στέλνω μήνυμα. Αλλά μπορεί και όχι…».
Η αποχώρηση Τσίπρα ήταν καθοριστικής σημασίας;
«Έπαιξε ρόλο η αποχώρηση Τσίπρα. Υπάρχει η γνωστή ατάκα ΣΥΡΙΖΑ=Τσίπρας και Τσίπρας=ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα όταν την είπαν στον ίδιο για να τον προκαλέσουν, είπε το περίφημο, “γίνεται σκορδαλιά χωρίς σκόρδο;”. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στο συλλογικό υποσυνείδητο και του ακροατηρίου του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και του ευρύτερου εκλογικού σώματος είχε γίνει μια ταύτιση. Αρα η αποχώρηση του Τσίπρα προκάλεσε τεράστιο σοκ. Αναμφίβολα. Τώρα η συνέχεια δεν έχει να κάνει μόνο με την αποχώρησή του. Εχει να κάνει και μ΄όλα όσα μεσολάβησαν εντέλει και όσα εξακολουθούν να γίνονται, τώρα που μιλάμε».
Ο Κασσελάκης σας εξέπληξε;
«Εμένα μ΄εξέπληξε ελαφρώς, υπό την έννοια ότι δεν είχα καθαρό στο μυαλό μου το τι ακριβώς γίνεται στην κοινωνία. Κι αυτό μ΄έναν τρόπο δείχνει ότι τελικά εμείς -δημοσιογράφοι αλλά και πολιτικοί, σε μεγάλο βαθμό νομίζω, δεν πιάνουμε τα μηνύματα της κοινωνίας εδώ και καιρό. Κι όχι μόνο δεν τα κατανοούμε, αλλά -κι αυτό είναι μια γενική παρατήρηση, νομίζω ότι στεκόμαστε και εχθρικά. Γιατί; Γιατί είναι έξω απ΄την ταξινόμηση την οποία έχουμε κάνει στο μυαλό μας και η οποία μας βολεύει γιατί έχουμε τη ρετσέτα, αλλά και μας δημιουργεί μια ασφάλεια ότι το΄χουμε, αλλά δεν είναι καθόλου έτσι πια. Διότι τα πράγματα γίνονται στην κόψη του ξυραφιού.
»Κι επειδή είπαμε για φαινόμενα παρακμής, τέτοιες περιόδους οι μετασχηματισμοί στην κοινωνία είναι έντονοι και κανένας δεν μπορεί να προβλέψει προς ποια κατεύθυνση θα κινηθούν, που θα καταλήξουν. Είναι εμφανές ότι ο κόσμος φεύγει και κάνει στροφή στην αντισυστημικότητα. Για ποιο λόγο; Ποια στοιχεία τον αποθαρρύνουν; Νομίζω ότι είναι το έλλειμμα ηγεσίας και το έλλειμμα ενσυναίσθησης, απ΄την πλευρά των συστημικών κομμάτων. Κι αυτό, ως γενική παρατήρηση, δεν αφορά μόνο στην Ελλάδα: Η εποχή μας είναι κοντή σε ό,τι αφορά στο θέμα των ηγεσιών, αρχής γενομένης απ΄την Ευρώπη. Κι αυτό δεν βοηθάει ν΄ανοίγουν οι ορίζοντες. Και επικεντρώνεται η προσοχή στην αντιμετώπιση και στην επίλυση τρεχόντων πρακτικών προβλημάτων. Κάτι που βεβαίως είναι αναγκαίο, επιβεβλημένο και πλήρως δικαιολογημένο, διότι μας πνίγουν ενώ υπάρχει μια αρκετά μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας που όχι απλώς την πνίγουν, αλλά τη διαλύουν. Απ΄την άλλη όμως χάνουμε ένα μεγάλο κομμάτι που θα μπορούσε να μας πάει μπροστά, που είναι το όραμα, η ελπίδα, η προσήλωση σε αξιακά ζητήματα. Τέτοιου είδους δηλαδή πράγματα τα οποία έχουν σταδιακά εκλείψει, ιδιαίτερα μετά το ΄19».
Γι΄αυτό και ο κόσμος στρέφεται σε νέα πρόσωπα -Κασσελάκης, Δούκας;
«Καταρχάς είναι θετικό ν΄αναζητά κάποιος το καινούργιο. Δεν ξέρω αν πάντα υπάρχουν οι απαραίτητες εγγυήσεις και κυρίως δεν ξέρω ποιοι είναι οι μηχανισμοί σκέψης που οδηγούν τον πολίτη προς αυτή την κατεύθυνση. Και νομίζω ότι διαφέρουν. Γιατί υπάρχουν κι οι περιπτώσεις, κάτι που είχαμε δει και στο παρελθόν, αλλά με άλλον τρόπο, που οδηγούνται σε μια επιλογή μ΄έναν τρόπο που κάπως φαντασιακό, παραμυθένιο -λίγο το πριγκιπόπουλο πάνω στο άλογο. Βέβαια δεν σημαίνει ότι όλοι όσοι κάνουν μια τέτοια επιλογή σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο, ούτε ότι απαραιτήτως ότι η αναζήτηση του καινούργιου είναι κακό».
Κι έτσι έχουμε, πρώτη φορά στην Ελλάδα, πολιτικό, επικεφαλής κόμματος, που΄χει δηλώσει ανοιχτά την σεξουαλική του ταυτότητα
«Πράγματι, το΄χουμε ζήσει στην Ευρώπη, αλλά όχι στην Ελλάδα. Καταρχάς χρειάζεται γενναιότητα για να κάνει κανένας κάτι τέτοιο, ειδικά σε μια χώρα σαν τη δική μας, όπου τέτοια στερεότυπα είναι πολύ ισχυρά. Και επίσης υπάρχει η τεράστια απόκλιση ανάμεσα σ΄αυτό που ονομάζουμε κέντρο και περιφέρεια. Δεν ξέρω, πιθανόν να τα αγνοούσε κιόλας ο Κασσελάκης γιατί προέρχεται από ένα εντελώς διαφορετικό πολιτισμικό σύστημα.
»Αυτό λοιπόν ήταν μια σπουδαία κίνηση, αναμφίβολα. Του το επέτρεπε και ο χώρος, εννοώ της ριζοσπαστικής αριστεράς, που΄χει πολύ ψηλά στις προτεραιότητές του την ατζέντα του δικαιωματισμού, πράγμα που΄χει αποδείξει κατ΄επανάληψη πολύ πριν υπάρξει η υποψηφιότητα και η προεδρία Κασσελάκη. Απ΄την άλλη όμως νομίζω ότι έπεσε στην παγίδα της υπερπροβολής της προσωπικής του ζωής, μια παγίδα που δεν αφορά μόνο στη διαφορετικότητα. Δηλαδή το να υπερ-προβάλει κανείς την προσωπική του ζωή, όποια κι αν είναι, νομίζω ότι είναι λάθος, εκτός και αν είσαι στη σόου-μπίζνες. Άλλωστε νομίζω ότι το΄χει αντιληφθεί, αν κρίνω από κάποιες κινήσεις που έκανε. Νομίζω ότι έχει καταλάβει πως μάλλον έβλαψε τις πολιτικές του φιλοδοξίες και τους πολιτικούς του σχεδιασμούς.
»Από εκεί και πέρα υπάρχουν ζητήματα πολιτικά και αξιακά, τα οποία προβάλλονται σ΄αυτή τη σύγκρουση, η οποία μαίνεται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή, τι είδους κόμμα θέλουμε -κόμμα δομών, αρχηγικό, ή υπάρχει και κάτι ενδιάμεσο;»
Ο ίδιος έχει πολιτικό μέλλον;
«Θεωρώ ότι δεν είναι τελειωμένη ιστορία ο Κασσελάκης, τουλάχιστον στην παρούσα φάση. Δεν θα μ΄εξέπληττε καθόλου ένα αποτέλεσμα που δεν είναι απολύτως συμβατό με τις προσδοκίες εκείνων οι οποίοι θεώρησαν με πολύ ισχυρά επιχειρήματα -τα οποία και δεν απορρίπτω, ότι θα πρέπει ν΄αλλάξουν».
Κι ένα κόμμα εναντίον του…
«Για μένα έχουμε ένα είδος αντεστραμμένου ειδώλου. Πριν η προσπάθεια απ΄την πλευρά Κασσελάκη ήταν, αν κατάλαβα καλά, να τους σουτάρει όλους αυτούς διότι τους θεωρούσε βαρίδια. Τώρα έχουμε παρεμφερή μεθοδολογία για να τον σουτάρουν. Αλλά αυτό δεν θα το αποφασίσουν ούτε οι ηγεσίες, ούτε τα όργανα -το αποφασίζει η κοινωνία επομένως ας την ακούσουμε. Οι εκλογές έρχονται…».
Βλέπετε ένα δίπολο Κασσελάκης-Πολάκης;
«Είναι η κρίση της κοινωνίας, η στροφή στην αντισυστημικότητα -χωρίς να θέλω να υποτιμήσω ούτε τον Κασσελάκη ούτε τον Πολάκη. Το λέω ευρύτερα. Γιατί και ο ένας και ο άλλος με τον τρόπο τους είναι αντισυστημικοί. Σε ό,τι αφορά στον Πολάκη, είναι ένας έξυπνος άνθρωπος. Εχει γνώση, αρκετά συχνά λέει σωστά πράγματα, αλλά τα λέει με πολύ λάθος τρόπο. Με αποτέλεσμα βέβαια να κάνει ζημιά και στον εαυτό του και στο κόμμα του».
Και ο ρόλος του Αλέξη Τσίπρα;
«Εάν δεν παίζει ο ίδιος, παίζει στο μυαλό των υπολοίπων. Όπως στον Μπέκετ ο Γκοντό δεν έρχεται ποτέ, έτσι και στον ΣΥΡΙΖΑ είναι σαν να βλέπουν πολύ Μπέκετ ως προς την προσδοκία για επάνοδο Τσίπρα. Νομίζω ότι υπάρχει στο μυαλό μιας μεγάλης μερίδας στελεχών του κόμματος. Θεωρούν ότι θα επιλύσει τα προβλήματα που προέκυψαν απ΄την αποχώρησή του απ΄την ηγεσία και επίσης πιστεύουν, αν καταλαβαίνω καλά, ότι θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο σε μία διαδικασία ανασύνθεσης της κεντροαριστεράς -μια προσωπικότητα που θα εγγυάτο ενδεχομένως ένα πιο δυναμικό αποτέλεσμα ενός τέτοιου εγχειρήματος. Αυτό υπάρχει ως σκεπτικό στο μυαλό τους και έχει και κάποια βάση».
Θα επανέλθει;
«Εγώ πιστεύω ότι μπορεί να επανέλθει, αλλά όχι άμεσα. Αυτή την στιγμή βρισκόμαστε σε μια περιδίνηση που δεν έχει ολοκληρωθεί. Δεν έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο και αναφέρομαι και στους δύο χώρους -ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ. Θα πρέπει πρώτα να ολοκληρωθεί ο κύκλος των δύο εσωκομματικών διαδικασιών, να περάσει και κανένα εξάμηνο για να δούμε πώς καταλήγουν τα πράγματα στους συγκεκριμένους χώρους και συνολικότερα στο πολιτικό σύστημα, γιατί αυτά είναι αλληλοεπηρεαζόμενα. Και να δούμε πόσες τελικά θα είναι οι υποψηφιότητες. Δεν είναι το μέγεθος του χώρου που προκαλεί τις πολλές υποψηφιότητες. Είναι η αίσθηση ή η ψευδαίσθηση του “γιατί εκείνος και όχι εγώ”. Γιατί όλα σήμερα είναι κοντά».
Στο ΠΑΣΟΚ τι προβλέπετε;
«Υπάρχουν δύο ζώνες ουσιαστικά κι αυτή είναι μια καταγραφή δεδομένων με βάση τις δημοσκοπικές μετρήσεις -όσο αξιόπιστες μπορούν να΄ναι, υπό την έννοια ότι στις εσωκομματικές εκλογές είναι λίγο κινούμενη άμμος το εκλογικό σώμα…».
Ο Χάρης Δούκας, λόγω επιτυχίας στον δήμο Αθηναίων, είναι το καινούργιο, κόντρα στον Νίκο Ανδρουλάκη;
«Δεν είναι μόνο αυτός ο παράγοντας. Αυτό είχε να κάνει και με το ενδεχόμενο κάποιοι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας να μετακινήθηκαν σε μια επιλογή που τους ήταν πολιτικο-ιδεολογικά πιο ευχάριστη απ΄το να επέλεγαν έναν υποψήφιο του ΣΥΡΙΖΑ, για παράδειγμα. Επίσης ήταν μέτωπο κατά Μπακογιάννη. Νομίζω όμως ότι ήταν και η στάση του Κώστα Ζαχαριάδη, ο οποίος χωρίς να θέσει κανέναν όρο, είπε “πάμε όλοι μαζί να στηρίξουμε τον Χάρη Δούκα”. Μάλλον αυτό ήταν το στοιχείο που οδήγησε τον δήμαρχο στο συμπέρασμα ότι μπορεί να λειτουργήσει ενωτικά στον ευρύτερο χώρο της κεντροαριστεράς. Αν έχει δίκιο ή άδικο θα φανεί στην πράξη. Διότι υπάρχει κι η άλλη ερμηνεία που λέει ότι αυτά μπορεί να ήταν συγκυριακά, ή να΄χουν ενδιαμέσως αποκτήσει μια πιο συμπαγή βάση. Δεν μπορούμε να το ξέρουμε Υπομονή μέχρι τις εσωκομματικές και μετά από κανένα εξάμηνο, βλέπουμε που θα κάτσει η μπίλια. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε τίποτα και τίποτα δεν αποδεικνύεται.
»Ο Ανδρουλάκης εμφανίζεται δημοσκοπικά πολύ ισχυρός, με προβάδισμα έναντι του Δούκα κι αυτό είναι αριθμητικό αλλά και ποιοτικό. Αλλά επαναλαμβάνω, δεν ξέρουμε ποιοι θα πάνε να ψηφίσουν τελικά».
Διαμαντοπούλου και Γερουλάνος, ένα ακόμα δίπολο;
«Με διαφορετική πολιτική απόχρωση. Κάποιοι πρώην Πασόκοι που μετακινήθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ επιλέγουν την υποψηφιότητα Δούκα. Κάποιοι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ που μετακόμισαν στην Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, φαίνεται να επιλέγουν την Διαμαντοπούλου. Ο Γερουλάνος δεν παίζει σ΄αυτό το πεδίο, παίζει περισσότερο στο παλιό ΠΑΣΟΚ, το Παπανδρεϊκό, με σύγχρονο πρόσωπο».
Γυναίκα υποψήφια: συν ή πλην τελικά για τους ψηφοφόρους;
«Είναι ένα ερώτημα που παραμένει αναπάντητο. Αλλοτε δείχνει να΄ναι πλεονέκτημα άλλοτε όχι. Ποια είναι τα στοιχεία που, διαμορφώνουν, ας πούμε, το πρότυπο του “τέλειου” ηγέτη; Αποτελεσματικότητα και ενσυνείδηση. Ως προς το πρώτο, μπορεί να κερδίζει η γυναίκα, ως προς το δεύτερο, με βάση τα κυρίαρχα στερεότυπα, σε μια μεγάλη μερίδα της κοινωνίας, μάλλον κερδίζει ο άνδρας. Βγάλε τώρα συμπέρασμα…
»Υπάρχει η διάθεση να πάνε οι γυναίκες μπροστά, το διεκδικούν, το τολμούν περισσότερο. Αυτό είναι και δείγμα ότι κάποια πράγματα μπορεί σταδιακά, έστω άτολμα, ν΄αλλάζουν. Το θεωρώ πολύ θετικό».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αντίπαλο; Από ποιον κινδυνεύει;
«Κυρίως απ΄τον ίδιο του τον εαυτό. Και κινδυνεύει όχι ειδικώς ο Κυριάκος, αλλά οποιοσδήποτε παίζει μονότερμα. Δεν υπάρχει χειρότερος εχθρός απ΄τον εαυτό μας. Κι αν μας αφήσουν και πολύ λάσκα, χωρίς ανταγωνισμό, είναι ευκολότερο να χάσουμε και τα όρια και το μέτρο…».
Έχουμε τέτοια σημάδια;
«Δεν ξέρω αν έχουμε τέτοια σημάδια, γιατί τώρα μιλάμε για το πρόσωπο. Αν μιλήσουμε για πολιτικές, ναι, διακρίνω στοιχεία τα οποία με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι “έτσι κάνω γιατί το θεωρώ σωστό και δεν σ΄ακούω, γιατί με παίρνει”. Αλλά αυτό είναι λάθος. Και δεν αποδείχθηκε μόνο δημοσκοπικά, αποδείχθηκε και στην κάλπη. Η Νέα Δημοκρατία υπέστη πολύ μεγάλη συρρίκνωση στις τελευταίες ευρωεκλογές και όλα τα ποιοτικά στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή δείχνουν ότι τραυματίστηκε και το προσωπικό προφίλ του πρωθυπουργού, που εξακολουθεί να παραμένει κυρίαρχος. Αλλά έχει ισχυρό ανταγωνιστή τον “Κανένα”».
Το μήνυμα ελήφθη;
«Δεν νομίζω ότι το πήρε επαρκώς το μήνυμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Νομίζω ότι το παίρνει σε δόσεις. Αλλά δυστυχώς όχι άτοκες. Ενα ισχυρό μήνυμα ήταν η μεταστροφή του Σολτς. Διότι ναι μεν τα κόμματα που βρίσκονται στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας ν΄αθροίζουν, με βάση τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, περίπου 21,5%, αυτό όμως είναι μια αριθμητική διαπίστωση, προς το παρόν. Μια διαπίστωση ότι η κοινωνία είναι σε αναζήτηση. Αλλά δεν υπάρχει ούτε ομογενοποίηση ούτε φυσικό πρόσωπο που θα μπορούσε, με τα σημερινά δεδομένα τουλάχιστον, να ενώσει αυτόν τον συγκεκριμένο χώρο. Δεν σημαίνει όμως ότι δεν είναι απειλητικός. Απλώς δεν περιμένουμε να γίνει κάτι αύριο. Αλλά είναι απειλητικός μόνο και μόνο γιατί συνιστά και απεικονίζει την στάση, τον τρόπο σκέψης μιας αρκετά μεγάλης μερίδας πλέον τις κοινωνίας μας».
Αρα ο κίνδυνος έρχεται απ΄την άκρα δεξιά;
«Για μένα το ζήτημα είναι η επαφή της κυβέρνησης με την κοινωνία. Ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται τα οξύτατα προβλήματα που υπάρχουν, τις προσδοκίες που δημιουργούνται και ανταποκρίνεται ή τουλάχιστον προσπαθεί ν΄ανταποκριθεί σ΄αυτές, πράγμα που, νομίζω, ότι δεν κάνει επαρκώς. Διότι αν το έκανε δεν θα΄χαμε αυτά τα αποτελέσματα. Ούτε θα΄χαμε αυτές τις κολοσσιαίες μεταστροφές, κατ΄αναλογία».
Μικρή αλλά σταθερή η φθορά της Ν.Δ.;
«Εκεί είναι το πρόβλημα. Στο ότι ναι μεν έχουμε εσωτερικές ανακατατάξεις, δηλαδή τσιμπάνε μικρότερα κόμματα που ανήκουν είτε στην αντισυστημική Αριστερά είτε στην αντισυστημική Δεξιά, κυρίως, αλλά αν κάποιος κάνει focus στα συστημικά κόμματα, έχουν όλα, κατ΄αναλογία, ή φθορά ή οριακή άνοδο».
Αποτυπώνεται αυτή η πραγματικότητα;
«Η εικόνα την οποία αποκομίζει ένας πολίτη, παρακολουθώντας τη δημοσιογραφική καταγραφή, χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν εξαιρέσεις, είναι ότι ζει σε μια άλλη χώρα. Τόσο απλά. Τόσο απλά, δυστυχώς».
Εχει κλονιστεί η δημοσιογραφία;
«Μέσα σ΄ένα τέτοιο περιβάλλον είναι πολύ εύκολο ν΄αναπτύσσονται τέτοιου είδους, ας πούμε, πρακτικές και προσεγγίσεις, του τύπου τι σημαίνει δημοσιογραφία και πως κάνω την δουλειά μου. Για μένα το ζήτημα είναι ουσιαστικό: Ο βαθμός αξιοπιστίας χάθηκε συνολικά και δεν χάθηκε τόσο στα social αλλά στην τηλεόραση, αυτός είναι ο μεγάλος τραυματίας. Ας πούμε ότι είμαστε θεσμός, δεν είμαστε αλλά ας το δεχτούμε για την οικονομία της συζήτησης ή τουλάχιστον για τον τρόπο με τον οποίο διατυπώνεται η συγκεκριμένη ερώτηση στις δημοσκοπήσεις. Στην αξιολόγηση των θεσμών τελευταία είναι η τηλεόραση και προ-τελευταία η δημοσιογραφία. Δυστυχώς η ίδια η τηλεόραση δραπέτευσε απ΄την ενημέρωση, σταδιακά. Μπορεί κάποιοι από εμάς να΄χουν καταφέρει να επιβιώσουν, να μην τραυματίστηκαν τόσο, διότι υπάρχουν οι προσωπικές στάσεις και διαδρομές. Αλλά δεν παύουμε να καθόμαστε όλοι πάνω στο ίδιο κλαρί. Επομένως αν μαραίνεται ή πριονίζεται, μας παίρνει όλους η μπάλα, δικαίους και αδίκους, χλωρά και ξερά.
»Αλλά δεν θα΄θελα ν΄αδικήσω κανέναν κι ούτε να υιοθετήσω γενικότητες. Για κάποιον ασαφή λόγο, νομίζω ότι επειδή άλλαξαν πολλά πράγματα στην δημοσιογραφία από ένα σημείο και μετά -γιατί εμείς ζήσαμε την ευλογημένη περίοδο, έγινε πολύ δύσκολο για τους νεότερους να χτίσουν αυτό που λέμε όνομα. Αναμφίβολα υπάρχουν, και ευτυχώς, δημοσιογράφοι που κάνουν καλά την δουλειά τους. Κι αυτό μόνο χαρά μπορεί και πρέπει να μας δίνει, και ελπίδα.
»Λέμε για την πολιτική, για την δημοσιογραφία. Και η κοινωνία; Υπάρχει και η λεγόμενη ατομική ευθύνη που μπορεί να φαίνεται μικρή ή ασήμαντη, όταν κάνουμε εικόνα τη μονάδα. Αλλά το σύνολο συγκροτείται από πολλές, ατέλειωτες, μονάδες. Κατά συνέπεια η έννοια της ατομικής ευθύνης δεν παύει να΄ναι πολύ σημαντική και κρίσιμη. Αν δεν βάλουμε όλοι πλάτη, δεν αλλάζουν τα πράγματα».
Πάμε λίγο στην ΕΡΤ: Μπορεί να παίξει έναν σημαντικό ρόλο στην ενημέρωση;
«Αντικειμενικά θα μπορούσε. Θα μπορούσε να γίνει η ατμομηχανή της ενημέρωσης υπό μία όμως προϋπόθεση που δεν έχει τηρηθεί ποτέ μέχρι σήμερα, τουλάχιστον με απόλυτη δέσμευση και ειλικρίνεια. Δηλαδή να μην θεωρείται η προίκα του εκάστοτε κόμματος όταν παίρνει την εξουσία. Δεν υπήρξε κόμμα, κυβέρνηση -με εξαίρεση κάποια μικρά φωτεινά διαλείμματα, που να θεώρησε, απ΄την πρώτη μέρα της μεταπολίτευσης, ότι η ΕΡΤ είναι κάτι διαφορετικό από μια προίκα που παίρνω εγώ επειδή ο ελληνικός λαός μου΄δωσε τα κλειδιά του Μεγάρου Μαξίμου. Θεωρείται δεδομένο ότι ταυτοχρόνως δίνει και τα κλειδιά του Ραδιομεγάρου της Αγίας Παρασκευής.
»Αυτή είναι η άποψη για την ενημέρωση. Εχουμε δει, και πέραν αυτού, πολλές προσπάθειες, πιο έντονες ή πιο διακριτικές, επηρεασμού των ιδιωτικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Κι είναι κι ο βασικός λόγος που έχουμε οδηγηθεί εδώ, και δεν νομίζω ότι μας τιμά».
Έχετε σκεφτεί να γράψετε βιβλίο;
«Ναι. Αλλά αναρωτιέμαι. Γιατί να γράψω εγώ βιβλίο; Πόσο σημαντικό θα΄ναι, τι θα προσφέρει; Αλλά θα΄θελα ν΄ασχοληθώ με την Μεταπολίτευση. Γιατί την έχω ζήσει απ΄την αρχή ως σήμερα που έφτασε στα 50 της κι έχει πάθει έμφραγμα… Αλλά ούτε προσωποκεντρικό θέλω να΄ναι ούτε αυτοαναφορικό. Θα΄ναι η δική μου οπτική χωρίς να΄μαι εγώ η ηρωίδα. Είναι όμως ακόμα πολύ στα σκαριά του μυαλού μου. Πρέπει να το πιστέψω λίγο παραπάνω».