“Συγκάτοικοι”
Όταν εγκαινιάζεται ένας νέος χώρος τέχνης, που οι προθέσεις του δεν είναι αποκλειστικώς εμπορικές αλλά φιλοδοξεί να συμβάλλει στην εξέλιξη των πραγμάτων, παίρνει τη θέση του, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στον εικαστικό χάρτη και στα καλλιτεχνικά πράγματα της χώρας. Παρεμβαίνει. Ένας χώρος τέχνης συμβάλλει στη χαρτογράφηση, την εξέλιξη και την αποσαφήνιση του τοπίου.
Η Γκαλερί Alma ιδρύθηκε από τη Μαρία και τον σύζυγό της Μανώλη Αλμπάνη το 2010, στα Τρίκαλα. Ο Μανώλης Αλμπάνης, ζωγράφος-αγιογράφος, μαθητής του Μόραλη και του Μυταρά έχει σημαντικό έργο αγιογραφήσεων ιερών ναών στο νομό Τρικάλων. Το 2010 βρισκόμαστε στην καρδιά της οικονομικής κρίσης – έμελλε να ζήσουμε ακόμη πολλά: η απόφαση για τη δημιουργία μίας νέας γκαλερί μοιάζει με εξαιρετικά παράτολμο εγχείρημα. Η κατάσταση της τέχνης στην Ελλάδα είναι πολύ ρευστή: ήδη από την προηγούμενη δεκαετία μία νέα γενιά καλλιτεχνών έχει κάνει δυναμικά την εμφάνισή της –η γενιά που συγκρότησε αυτό που αποκλήθηκε «Σκηνή»–, αίθουσες τέχνης και θεσμοί παραπαίουν∙ είμαστε όλοι επί ξύλου κρεμάμενοι, από κάθε άποψη: ψυχολογική, οικονομική, ιδεολογική, πολιτισμική, ταυτοτική. Η πίστη της Μαρίας Αλμπάνη στην τέχνη και η υποστήριξή της στους καλλιτέχνες την ωθεί σε μία ψύχραιμη θεώρηση των πραγμάτων. Με μία, εν πρώτοις, έμφαση στη ζωγραφική του τελάρου (η οποία την εποχή εκείνη αρχίζει σιγά σιγά, μετά την πλήρη υποχώρηση των προηγούμενων ετών, να ανακτά κάπως το χαμένο έδαφος, φέρνοντας στην επιφάνεια, εκτός από τη νέα δυναμική της, νέες φόρμες και νέους τρόπους προσέγγισης της ζωγραφικής εικόνας και της σύγχρονης αντίληψης περί ζωγραφικής – σε αντιδιαστολή και σε ρήξη με τις εξαντλημένες φόρμες του παρελθόντος), εκτός στιλιστικών αναγωγών, η Μαρία υπερασπίζεται την άποψη ότι η καλή ζωγραφική δεν έχει εποχή. Αντί να εξετάζει και να κατατάσσει τα έργα σε σχέση με συγκεκριμένα ρεύματα ή σχολές, δίνει έμφαση στην ποιότητα και την ουσία της ζωγραφικής. Παρά την έμφαση, όμως, στέκεται στο μέσον των πραγμάτων (στον αντίποδα ακριβώς των trends και του anything goes), δίνοντας παραλλήλως χώρο σε όλα τα μέσα. Στην πορεία, η διάθεση αυτή θα ενισχυθεί έτι περαιτέρω. Συγχρόνως, η γκαλερί δίνει βήμα σε νέους καλλιτέχνες να εκθέσουν και να εκτεθούν.
Παρότι η γκαλερί δραστηριοποιείται σε μια επαρχιακή πόλη, το πνεύμα που τη διέπει είναι οικουμενικό και έκκεντρο. Οι εκθέσεις που διοργανώνονται είναι πέραν του γεωγραφικού στίγματος και των συνόρων του. Καταξιωμένοι Έλληνες καλλιτέχνες με εύρος μέσων και τρόπων φιλοξενούνται ή αποτελούν το δυναμικό της γκαλερί, όπως (ενδεικτικά) οι: Δημοσθένης Κοκκινίδης, Γιώργος Μήλιος, Παύλος Σάμιος, Μανώλης Ζαχαριουδάκης, Μανώλης Χάρος, Μιχάλης Μανουσάκης, Άγγελος Αντωνόπουλος, Ξενοφών Μπήτσικας, Τάσος Μισούρας, Γιώργος Καζάζης, Μάριος Σπηλιόπουλος, Capten, Μαρία Βλαντή, Κατερίνα Μερτζάνη…
Από τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της, η γκαλερί έδωσε έμφαση στη διεθνή παρουσία της και στην εκπροσώπηση Ελλήνων καλλιτεχνών στο εξωτερικό, λαμβάνοντας τακτικά μέρος σε διεθνείς διοργανώσεις και εκθέσεις τέχνης, όπως οι Discovery Frankfurt, Art Market Budapest, Frame Art Basel, Frame Paris, Art Athina, Swab Barcelona, Affordable Brussels, Affordable Hamburg κ. α., επιδιώκοντας να είναι παρούσα και να συμμετάσχει στο διάλογο και στη ζύμωση μεταξύ Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών.
Το 2015 (τη χειρότερη περίοδο της οικονομικής κρίσης), η Γκαλερί Alma παίρνει το ρίσκο να επεκταθεί στην Αθήνα και ν’ ανοίξει μία δεύτερη αίθουσα στην οδό Υψηλάντου, στο Κολωνάκι. Σε σχέση με τα προηγούμενα πέντε χρόνια, το εικαστικό τοπίο φαντάζει ακόμη πιο συγκεχυμένο και ρευστό: αίθουσες έχουν κλείσει, οι θεσμοί είναι υπό πλήρη αναδιαπραγμάτευση του ρόλου τους και των στόχων τους, ανεξάρτητοι χώροι και πλατφόρμες, συλλογικότητες, κολεκτίβες και ομάδες έχουν εμφανιστεί, αναπροσδιορίζοντας με τη δράση τους την εικαστική σκηνή. Πολλοί ξένοι καλλιτέχνες, εξαιτίας της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης και της συνακόλουθης προβολής της χώρας στο εξωτερικό, ανακαλύπτουν την Αθήνα και επιλέγουν να εγκατασταθούν και να δουλέψουν στην πόλη, θεωρώντας την γοητευτικό προορισμό. Η Alma βιώνει ίσως την πιο γόνιμη περίοδό της, παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες. Τα χρόνια που θ’ ακολουθήσουν έως σήμερα ενδιαφέρεται για την ανάδειξη νέων καλλιτεχνών και συνεχίζει να διοργανώνει ατομικές και ομαδικές εκθέσεις, προβάλλοντας το έργο ανερχόμενων και καταξιωμένων Ελλήνων και διεθνών καλλιτεχνών. Η τέχνη και οι καλλιτέχνες χρειάζονται ανθρώπους να τους υποστηρίζουν με σθένος. Τη στιγμή που γράφω αυτές τις γραμμές μόλις έχει τελειώσει η έκθεση του Mateo Andrea (υιού του Pat Andrea), ο οποίος εξέθεσε για πρώτη φορά στην Αθήνα. Εν τω μεταξύ, ο υιός του ζεύγους Αλμπάνη, Νικόλας, καλλιτέχνης, με σπουδές στις καλές τέχνες στη Φλωρεντία, στις ψηφιακές τέχνες στο Camperwell London και στο post production στο NFTS και έχοντας δουλέψει στην κινηματογραφική παραγωγή, έχει συμβάλει με τον τρόπο του δημιουργικά σε πολλούς τομείς, έχοντας συγχρόνως εργαστεί για ένα διάστημα στην γκαλερί.
Ο τελευταίος σταθμός της έως τώρα πορείας της Γκαλερί Alma στον εικαστικό χάρτη είναι η μετεγκατάστασή της στο νέο χώρο της οδού Σκουφά: ένα ακόμη πιο φιλόδοξο εγχείρημα, που εγκαινιάζει τη νέα εποχή της με την παρούσα ομαδική έκθεση Συγκάτοικοι – Living Together. Στην έκθεση αυτή θα συστηθούν στο κοινό όλοι οι συνεργάτες που με την πάροδο του χρόνου έχει αγκαλιάσει η γκαλερί και έχουν φτάσει να αποτελούν τον κορμό και την οικογένεια της. Η έκθεση εγκαινιάζεται στις 13 Σεπτεμβρίου 2024 και συμμετέχουν οι: Παύλος Σάμιος, Πατ Αντρέα, Κώστας Παπανικολάου, Τάσος Μισούρας, Μιχάλης Μανουσάκης, Άγγελος Αντωνόπουλος, Μανώλης Χάρος, Μάριος Σπηλιόπουλος, Κατερίνα Μερτζάνη, Νίκος Κασκούρας, Τάκης Γερμενής, Μαρία Βλαντή, Ράνια Ράγκου, Δημήτρης Μιστριώτης, Άρης Κατσιλάκης, Σπύρος Αγγελόπουλος, Κώστας Αργύρης, Ανδρέας Βούσσουρας, Σταμάτης Θεοχάρης, Μιχάλης Κιούσης, Δημήτρης Κόκκορης, Αλεξία Μαρούλη, Θοδωρής Μπαργιώτας, Γιώργος Τσιριγωτάκης, και Βάνα Φερτάκη.
Μια αίθουσα τέχνης είναι ένας ζωντανός οργανισμός∙ ως εκ τούτου, οφείλει να εξελίσσεται, ν’ αντιλαμβάνεται τις αλλαγές, εάν δεν συμμετέχει στη εκτύλιξή τους, να αναπροσαρμόζει τους στόχους της θέτοντας νέους και να ξεπερνά τον εαυτό της. Η πορεία είναι πάντα επίπονη∙ αλλά αξίζει.
ΘΑΝΟΣ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ |