Κατά το θηλασμό τρέφουμε το μωρό, τρέφοντας τη μητέρα!
Διανύουμε την εβδομάδα θηλασμού, η οποία διαρκεί από 1 έως και 7 Νοέμβρη!
Τα οφέλη του θηλασμού είναι πολλά και για τη μαμά αλλά και για το παιδί, με ιδιαίτερο ρόλο σε αυτή την τόσο γλυκιά περίοδο στη ζωή μίας γυναίκας, να παίζει η διατροφή της!
Πόσο καιρό πρέπει να διαρκεί ο θηλασμός;
Δεν υπάρχουν σαφώς καθορισμένα χρονικά όρια για το θηλασμό. Εντούτοις, φαίνεται ότι ένα κατάλληλο χρονικό εύρος είναι από 6 μήνες έως 1 χρόνο. Συνιστάται τα βρέφη να θηλάζουν αποκλειστικά για τους πρώτους 4 έως 6 μήνες ζωής. Πάντως θηλασμός για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα είναι σαφώς καλύτερο από καθόλου.
Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής συνιστά το μητρικό γάλα ή ενισχυμένες με σίδηρο βρεφικές φόρμουλες έως το πρώτο έτος της ηλικίας. Μετά από το χρονικό διάστημα είναι αποδεκτό να ξεκινήσει η χρήση φρέσκου γάλακτος. Ωστόσο, ο θηλασμός μπορεί να διαρκέσει όσο επιθυμεί η μητέρα και το νήπιο.
Ποιος είναι ο ρόλος της διατροφής στο θηλασμό;
Η ανάγκες της μητέρας κατά τη διάρκεια του θηλασμού αυξάνονται. Γι’ αυτό το λόγο μία επαρκής και ισορροπημένη δίαιτα είναι απαραίτητη για την υγεία και αντοχή της θηλάζουσας,
- καθώς πρέπει να αναπληρώσει τα αποθέματα θρεπτικών συστατικών, που εξαντλήθηκαν κατά την εγκυμοσύνη
- αλλά και να παράγει επαρκώς μητρικό γάλα, εξασφαλίζοντας την σωστή ανάπτυξη του βρέφους.
Ενέργεια & θρεπτικά συστατικά κατά το θηλασμό
Πόση ενέργεια χρειάζεται η θηλάζουσα μητέρα;
Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη για τη θηλάζουσα γυναίκα είναι 25 – 67% υψηλότερη από εκείνη για τη μη θηλάζουσα γυναίκα. Πιο συγκεκριμένα, οι ενεργειακές ανάγκες κατά το θηλασμό απαιτούν επιπλέον διαιτητική πρόσληψη 500 θερμίδων την ημέρα σε σχέση με τις γυναίκες που δε θηλάζουν. Οι ανάγκες κάθε γυναίκας συνδέονται άμεσα με τον όγκο του γάλακτος, που παράγεται καθημερινά.
Η αύξηση των προσλαμβανόμενων θερμίδων εξασφαλίζει την επάρκεια γάλακτος για το θηλασμό η οποία εξαρτάται κυρίως από την ενεργειακή πρόσληψη της μητέρας και τη συχνότητα των θηλασμών. Εάν ο θηλασμός διαρκέσει περισσότερο από 3 μήνες ή εάν το σωματικό βάρος της θηλάζουσας μειωθεί κάτω από το ιδανικό, τότε η πρόσληψη ενέργειας από την διατροφή θα πρέπει να αυξηθεί ανάλογα. Εάν γίνεται ταυτόχρονα θηλασμός περισσότερων βρεφών, τα ενεργειακά αποθέματα της θηλάζουσας θα εξαντληθούν γρηγορότερα και τότε οι ημερήσιες συμπληρωματικές ανάγκες θα πρέπει να αυξηθούν.
Μπορεί η θηλάζουσα μητέρα να κάνει δίαιτα;
Περιορισμός στις θερμίδες που προσλαμβάνει η μητέρα με σκοπό να χάσει γρήγορα κιλά θα οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής γάλακτος με αποτέλεσμα να μην καλύπτονται οι ανάγκες του βρέφους και να υποβαθμίζεται η ανάπτυξή του.
Η θηλάζουσα θα επιστρέψει αργά και σταδιακά στο βάρος που είχε πριν την εγκυμοσύνη με αυτή τη θερμιδική πρόσληψη, δηλαδή χωρίς δίαιτα.
Πρέπει να αυξάνεται η πρόσληψη πρωτεΐνης κατά το θηλασμό;
Η απάντηση είναι «Ναι». Παράλληλα με την αύξηση της ενεργειακής πρόσληψης, κατά τη διάρκεια του θηλασμού, συνιστάται επιπλέον πρόσληψη πρωτεΐνης, κατά περίπου 15-20 γρ. ημερησίως, σε σχέση με την ποσότητα που απαιτούνταν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Η αυξημένη αυτή ανάγκη μπορεί να καλυφθεί με την κατανάλωση συνολικά 3 – 4 φλυτζανιών γάλα την ημέρα ή με την κατανάλωση ποικιλίας ζωικών τροφίμων ,όπως είναι το κόκκινο κρέας και τα πουλερικά, τα ψάρια, τα αυγά κ.α.
Πώς το διαιτητικό λίπος επηρεάζει τη σύσταση του γάλακτος;
Η διατροφή της θηλάζουσας φαίνεται να μην επηρεάζει την συνολική ποσότητα λίπους στο μητρικό γάλα αλλά μόνο την αναλογία λιπαρών οξέων, ενώ δεν παίζει κανένα ρόλο στην ποσότητα της χοληστερίνης σε αυτό. Θηλάζουσες, για παράδειγμα, που ακολουθούν δίαιτες πλούσιες σε φυτικά έλαια, παράγουν γάλα πλούσιο σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, σε αντίθεση με θηλάζουσες με άλλες διατροφικές συνήθειες.
Η λακτόζη είναι ο κύριος υδατάνθρακας του μητρικού γάλακτος και η περιεκτικότητά της στο μητρικό γάλα δεν επηρεάζεται από τη δίαιτα της θηλάζουσας.
Βιταμίνες & Ανόργανα στοιχεία κατά το θηλασμό
Η περιεκτικότητα του μητρικού γάλακτος σε βιταμίνες μπορεί να επηρεαστεί από τη δίαιτα της θηλάζουσας, ενώ εξαρτάται και από τα αποθέματά της. Συμπτώματα ανεπάρκειας βιταμινών έχουν εμφανιστεί σε βρέφη τα οποία γαλουχούνταν από μητέρες, που παρουσίαζαν έλλειψη σε βασικά διατροφικά συστατικά. Γι’ αυτό είναι απαραίτητη η αύξηση κατανάλωσης τροφίμων όπως εσπεριδοειδή, πράσινα φυλλώδη λαχανικά και φυτικά έλαια.
Εξαίρεση αποτελεί η βιταμίνη Κ, της οποίας η περιεκτικότητα στο μητρικό γάλα είναι ανεπαρκής για τις ανάγκες του βρέφους, ακόμα κι όταν η μητέρα προσλαμβάνει αρκετή ποσότητα με τη δίαιτα. Γι’αυτό το λόγο, όλα τα νεογέννητα πρέπει να λαμβάνουν επιπλέον βιταμίνη Κ με εφάπαξ ένεση κατά την γέννησή τους.
Σε γενικές γραμμές, η περιεκτικότητα του μητρικού γάλακτος σε ανόργανα στοιχεία, όπως είναι το ασβέστιο, το φώσφορο, το μαγνήσιο δεν επηρεάζεται από τη διαιτητική πρόσληψη της μητέρας. Προσοχή όμως πρέπει να δίνεται ώστε η καθημερινή πρόσληψη να μην είναι χαμηλότερη από τη συνιστώμενη για το γενικό πληθυσμό, γιατί υπάρχει κίνδυνος για την κατάσταση της υγείας της μητέρας, λόγω εξάντλησης των αποθεμάτων της.
Ενυδάτωση κατά το θηλασμό
Είναι γεγονός πως οι ανάγκες υγρών είναι διαφορετικές από μητέρα σε μητέρα. Για το λόγο αυτό δεν υπάρχει συγκερκριμένη ποσότητα υγρών που πρέπει να καταναλώνεται. Ωστόσο, η μητέρα μπορεί να ελεγχει τα επίπεδα ενυδάτωσης αξιολογόντας το χρώμα των ούρων και τον αριθμό των κενώσεων. Ανοιχτόχρωμα ούρα και τακτικές κενώσεις αποτελούν ενδείξεις επαρκούς ενυδάτωσης. Επίσης, είναι σημαντικό να γίνεται πρόσληψη υγρών τακτικά, πριν εμφανιστεί το αίσθημα της δίψας το οποίο φανερώνει ήδη υπάρχουσα αφυδάτωση. Καλές επιλογές υγρών που εξασφαλίζουν την επαρκή ενυδάτωση είναι το νερό, οι φυσικοί χυμοί φρούτων και λαχανικών, το γάλα και οι σούπες.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να ανφερθεί πως βάση ερευνών η λήψη παραπάνω υγρών με το ζόρι δεν αυξάνει την παραγωγή γάλακτος.