Από την πρωτεύουσα του Θεσσαλικού κάμπου,υπεύθυνη αρχιτεκτονικής στο Wallpaper
Μεγαλωμένη στην πρωτεύουσα του θεσσαλικού κάμπου, βρέθηκε στο Λονδίνο για μεταπτυχιακές σπουδές και όχι μόνο δεν «την κατάπιε» η δαιδαλώδης πόλη, αλλά κατόρθωσε να γίνει Υπεύθυνη Αρχιτεκτονικής στην παγκόσμια «Βίβλο» σύγχρονων τάσεων: Στο περιοδικό Wallpaper*
Από τον Σεπτέμβριο του 1996, οπότε κυκλοφόρησε για πρώτη φορά, το βρετανικό περιοδικό Wallpaper* κατόρθωσε αυτομάτως να καθορίσει το περιεχόμενο και την εικόνα αυτού που αποκαλούμε «ευζωία». Εγινε ο αδιαμφισβήτητος οδηγός των νέων τάσεων και το βήμα έκφρασης ισχυρών προσωπικοτήτων σε τομείς όπως η αρχιτεκτονική, το design, τα ταξίδια, η μόδα, η γαστρονομία. Αυτές τις μέρες, κυκλοφορεί ανά τον κόσμο το επετειακό διακοσιοστό του τεύχος, μια έκδοση που γιορτάστηκε με ένα πάρτι αντάξιο του ονόματος Wallpaper*. Στις φωτογραφίες από το πάρτι βλέπεις δίπλα στη θρυλική μορφή του διευθυντή Tόνι Τσάμπερς, τους βασικούς του συνεργάτες. Ανάμεσά τους, χαμογελαστή η μελαχρινή Ελλη Σταθάκη, η ελληνίδα αρχιτέκτων που εδώ και δέκα χρόνια εργάζεται στο περιοδικό και κατόρθωσε να ανελιχθεί στο υψηλότερο επίπεδο της ειδικότητά της: Είναι η υπεύθυνη του Wallpaper* για θέματα αρχιτεκτονικής.
«Σε γενικές γραμμές, ότι έχει σχέση με αρχιτεκτονική στο Wallpaper*, στα ειδικά πρότζεκτ και στην ιστοσελίδα μας, περνάει από τα χέρια μου: άρθρα, εκθέσεις, βραβεία, συνεργασίες. Επίσης, παράλληλα με την καθαρά δημοσιογραφική δουλειά κάνουμε και αρκετό curating (επιμέλειες) ως περιοδικό», λέει στο Protagon η Ελλη Σταθάκη.
Με το βιογραφικό στο Wallpaper*
Μπορεί η ίδια ως φοιτήτρια Αρχιτεκτονικής στη Θεσσαλονίκη να διάβαζε το περιοδικό, σίγουρα όμως δεν φανταζόταν τη διαδρομή που θα ακολουθούσε και θα την οδηγούσε τελικά στα γραφεία του περίφημου Blue Fin Building στη Southwark Street του Λονδίνου (στην έδρα του Wallpaper*). Μετά την αποφοίτησή της από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, πήγε στην Αγγλία για μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιστορία της Αρχιτεκτονικής στην Bartlett (UCL). «Ολη η επαγγελματική μου εμπειρία είναι στην Αγγλία. Εκανα πρακτική εξάσκηση και διάφορες προσωρινές δουλειές πριν μάθω ότι το Wallpaper* έψαχνε βοηθό σύνταξης για το τμήμα αρχιτεκτονικής. Εκείνη την περίοδο είχα συμφωνία λίγων μηνών με το περιοδικό Blueprint. Εκανα αίτηση στο Wallpaper* και μου πρόσφεραν τη θέση. Αυτό ήταν το 2006», θυμάται η Ελλη Σταθάκη. «Θα κλείσω δέκα χρόνια στο περιοδικό τον προσεχή Ιούνιο».
Ταυτόχρονα, επιμελείται εκδόσεις που έχουν σχέση με αρχιτεκτονική και ταξίδια, «όπως για παράδειγμα τα “Wallpaper* city guides” για την Αμβέρσα (έκδοση 2010 και 2013) και την Αθήνα (έκδοση 2012). Από μικρή είχα πάθος να βλέπω διαφορετικές κουλτούρες και τοπία», εξηγεί. Το όνομά της εμφανίζεται και στον κατάλογο συγγραφέων μερικών κορυφαίων βιβλίων για την παγκόσμια αρχιτεκτονική. «Με τον συνάδελφό μου Τζόναθαν Μπελ, τον προηγούμενο συντάκτη αρχιτεκτονικής του περιοδικού και μόνιμο συνεργάτη μας, γράψαμε μαζί δύο βιβλία. Ενα για κατοικίες (The Modern House: Redefining Functionalism, Laurence King, 2010) και τη μονογραφία ενός καναδού αρχιτέκτονα που ζει στη Νορβηγία και η δουλειά του συμπεριλαμβάνει κατοικίες και κτίρια με χρήσεις πολιτισμού κυρίως (Todd Saunders: Architecture in Northern Landscapes, Birkhauser, 2012)».
Η Ελλη Σταθάκη δεν έχει συγκεκριμένη προτίμηση σε σχέση με την τυπολογία, όσον αφορά στα κτίρια για τα οποία γράφει, «αρκεί να είναι κάτι που με εμπνέει και μου αρέσει ειλικρινά. Η εμπειρία μου στο περιοδικό έχει σχέση κυρίως με κατοικίες και κτίρια με χρήσεις πολιτισμού, οπότε θα μπορούσαμε να πούμε πως τείνω λίγο προς τα εκεί». Εχει συμπράξει στο περίφημο βιβλίο «1,000 Buildings You Must See Before You Die» (εκδόσεις Quatro). Αναρωτιέμαι ποια θα πρόσθετε τώρα στη λίστα της. «Από τα κτίρια που πρόσφατα κατασκευάστηκαν, δηλαδή τον τελευταίο χρόνο, σίγουρα το Fondazione Prada των OMA στο Μιλάνο και το New Whitney του Ρέντζο Πιάνο στη Νέα Υόρκη», λέει χωρίς δεύτερη σκέψη.
Βρίσκοντας τον δρόμο της στο Λονδίνο
Πώς όμως η Ελλη, αντί να ασχοληθεί με την ενεργό αρχιτεκτονική, να δημιουργήσει έργα, αποφάσισε να περάσει στην πλευρά της κριτικής και της παρουσίασης; «Μακάρι να μπορούσα πω ότι όλα ήταν μέρος ενός καλά μελετημένου σχεδίου. Απλά, όμως, ακολούθησα το ένστικτό μου και έκανα ότι ένιωθα πως είχε νόημα για εμένα την εκάστοτε δεδομένη στιγμή», μου εξηγεί. «Πάντα με τραβούσε η θεωρία και η έρευνα γύρω από την αρχιτεκτονική, παρ’ όλο που μου αρέσει πολύ να σχεδιάζω. Επίσης ίσως ήμουν λίγο ανυπόμονη. Οι αρχιτέκτονες γνωρίζουν ότι στην αρχιτεκτονική απαιτείται υπομονή, ένα έργο μπορεί να χρειαστεί χρόνια για να ολοκληρωθεί. Εγώ ήθελα πάντα να κάνω κάτι που να δίνει αμεσότερα αποτελέσματα. Η δημοσιογραφία μού το προσέφερε αυτό. Τώρα βέβαια που αντιμετωπίζω προθεσμίες καθημερινά, εύχομαι να είχα περισσότερο χρόνο για κάποια πράγματα. Όμως, μάλλον η φύση του ανθρώπου είναι να μην είναι ποτέ πλήρως ευχαριστημένος».
Η πολυπολιτισμικότητα του Λονδίνου της επέτρεψε να ανελιχθεί χωρίς να φαντάζει εξωτική, ως μη Βρετανίδα. «Φυσικά η ελληνικότητά μου είναι προφανής – για παράδειγμα η προφορά μου. Οπότε φαντάζομαι ότι ως ένα σημείο είμαι η “Ελληνίδα”, όπως στην Αθήνα είναι η “Λαρισαία”. Oλοι ερχόμαστε από κάπου. Το Λονδίνο δεν είναι εύκολη πόλη. Πιστεύω όμως ότι αν έχει κάποιος επιμονή, ικανότητες και είναι διατεθειμένος να δουλέψει σκληρά, παντού μπορεί να βρει τον δρόμο του. Σαν λαός έχουμε παράδοση σε αυτό, ας μην το ξεχνάμε». Αυτή την εποχή, όταν δεν ασχολείται με το Wallpaper*, την απασχολεί η διαδικασία της βιομηχανικής παραγωγής και χειροτεχνίας. Πώς κατασκευάζονται τα πράγματα και από πού έρχονται τα οικοδομικά υλικά. Με την αδελφή της Αννα που είναι φωτογράφος και ζει επίσης στο Λονδίνο (www.annastathaki.com), ετοιμάζουν ένα πρότζεκτ που θα έχει σχέση με αυτό.
Η αρχιτεκτονική του μέλλοντος
Mιλώντας με την Υπεύθυνη Αρχιτεκτονικής του Wallpaper* δεν μπορείς να μη συζητήσεις για τις κυρίαρχες τάσεις της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής και κυρίως τις νέες που διαφαίνονται ήδη. «Ο οικολογικός σχεδιασμός και οι τρόποι κτισίματος που δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον είναι και θα είναι σημαντικά. Όταν φτάσουμε στο σημείο να μην πρέπει να αναφερόμαστε σε ένα κτίριο ως “oικολογικό” γιατί θα είναι κάτι δεδομένο, τότε μόνο θα ξεπεραστεί το θέμα». Στις νέες τάσεις που βλέπει να εμφανίζονται όλο και συχνότερα, είναι η αρχιτεκτονική που ξεπερνά τα παραδοσιακά όριά της και οι συνεργασίες με άλλες τέχνες (βιομηχανικός σχεδιασμός, μόδα, καλές τέχνες) «Για παράδειγμα, πολλοί από τους γνωστούς οίκους μόδας συνεργάζονται με διάσημους αρχιτέκτονες σε διάφορα πρότζεκτ. Αυτό δεν ήταν τόσο διαδεδομένο πριν λίγες δεκαετίες. Επίσης, φέτος,ένα αρχιτεκτονικό έργο πήρε το διάσημο βραβείο τέχνης Turner Prize, στο Λονδίνο. Είναι κάτι πρωτοφανές για το συγκεκριμένο βραβείο και έχει ανοίξει μια ολόκληρη κουβέντα για το τι είναι τέχνη, τι είναι αρχιτεκτονική και ποιός είναι ο ρόλος τους».
Η εκτενής χρήση των social media έχει δημιουργήσει ένα «φιλμ τελειότητας», μια ιδανική εικόνα κτιρίων. Αν τα επισκεφθεί κανείς συχνά δείχνουν πολύ διαφορετικά από κοντά
Πιστεύει πως πολλοί αρχιτέκτονες έχουν εξαιρετικά δυναμική εξέλιξη και αξίζει να τους έχουμε στο «ραντάρ» μας. Η ίδια παρακολουθεί με ενδιαφέρον καθιερωμένους αρχιτέκτονες όπως οι Χέρτζογκ και Ντε Μερόν, Ρεμ Κούλχας, Ρέντζο Πιάνο. Εξίσου την ενδιαφέρουν όμως οι ανερχόμενοι και νεότεροι αρχιτέκτονες από οποιαδήποτε γωνιά της γης. Δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό να την ρωτήσω ποια γνώμη έχει για την σταρ, αλλά και αμφιλεγόμενη, Ζάχα Χαντίντ. «Είναι μια σημαντική προσωπικότητα της εποχής μας. Ξεκίνησε σχεδόν μόνη της μια ολόκληρη σχεδιαστική τάση με την προσέγγισή της και έχει υπάρξει ως τώρα ασταμάτητη. Είναι κάτι που αναγνωρίζω και θαυμάζω. Επίσης τα σκίτσα της είναι καταπληκτικά, σαν έργα τέχνης».
Η δημοκρατική αρχιτεκτονική των social media
Δηλώνει πως δεν ξέρει ακόμα τι να απαντήσει στη συχνή ερώτηση «ποιά θεωρείς τα κορυφαία αρχιτεκτονήματα στον κόσμο;». «Πολλοί μου κάνουν αυτή την ερώτηση. Αλλά ακόμα δεν ξέρω τι να απαντήσω. Κλασικά αρχιτεκτονήματα όπως ο Παρθενώνας και ο Καθεδρικός Ναός του Μιλάνου εμπνέουν γενεές και εποχές ολόκληρες φυσικά, αλλά και μοντέρνα κτίρια του 20ου αιώνα, όπως η Villa Savoye του Λε Κορμπιζιέ είχαν απευθείας και ορατές συνέπειες στον τρόπο που ζούμε και σχεδιάζουμε σήμερα» λέει η Ελλη Σταθάκη στο Protagon. «Πάντα θαύμαζα το Lloyds Building του Ρίτσαρντς Ρότζερς στο Λονδίνο. Όταν χτίστηκε θα πρέπει να έδειχνε σαν μέρος φουτουριστικού παραμυθιού: η αρχιτεκτονική του μέλλοντος. Φυσικά η αρχιτεκτονική οφείλει να εξυπηρετεί χρήσεις και σκοπούς, αλλά το εκτιμώ ιδιαίτερα όταν παράλληλα με αυτό, καταφέρνει να σε ταξιδεύει».
Εχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να εξετάσει κανείς πως αλλάζει η «πρόσληψη» της αρχιτεκτονικής, αλλά και του ευρύτερου τοπίου μέσω της χρήσης των social media, μέσω των συνεχών αναρτήσεων φωτογραφιών από τους πολίτες. «Είναι γεγονός πως πλέον “καταναλώνουμε” κτίρια μέσω φωτογραφιών σε blogs, Facebook, Instagram. Αυτό πριν από δέκα χρόνια ήταν αδιανόητο», σχολιάζει η κυρία Σταθάκη. «Η αρχιτεκτονική φωτογραφία έχει αναπτυχθεί αντίστοιχα και μια καλή φωτογραφία μπορεί να αλλάξει την αντίληψη και την πρόσληψη ενός κτιρίου τρομακτικά, αφού οι περισσότεροι θα το “επισκεφθούν” μόνο ψηφιακά».
Η Ελλη Σταθάκη παρατηρεί πως αυτή η τάση, από τη μια κάνει την αρχιτεκτονική εμπειρία πιο δημοκρατική και προσβάσιμη σε ανθρώπους που σε άλλες εποχές, δεν θα έχουν επαφή με τον τομέα. «Από την άλλη όμως, έχει δημιουργήσει ένα “φιλμ τελειότητας”, ένα ρετουσάρισμα, μια ρόδινη εικόνα κτιρίων, τα οποία αν τα επισκεφθεί κανείς από κοντά συχνά δείχνουν πολύ διαφορετικά, για τον απλό λόγο ότι η φωτογραφία μπορεί να στηθεί με τρόπο που να καλύπτει «ασθενή» σημεία του σχεδιασμού ή του περιβάλλοντος χώρου».
Πιστεύει ακράδαντα πως για να γνωρίσει κανείς ένα κτίριο και να το καταλάβει πραγματικά, πρέπει να το δει από κοντά και να το αγγίξει. «Για παράδειγμα προσπαθώ όσο περνά από το χέρι μου να βλέπω δια ζώσης τα κτίρια για τα οποία γράφω. Το ίδιο και οι ανταποκριτές μας στο Wallpaper* στους οποίους αναθέτω άρθρα. Από την άλλη, το γεγονός πως η αρχιτεκτονική είναι πλέον προσβάσιμη με τέτοιον τρόπο σε όλους –μέσω εικόνας αλλά και μέσω ταξιδιών, αφού όλοι πλέον ταξιδεύουμε πολύ περισσότερο- είναι ένα τρομερό κατόρθωμα της εποχής μας».
Ιt’s all Greek to me
Αν και η αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική είναι παγκοσμίως γνωστή και αγαπητή, η νεότερη ελληνική αρχιτεκτονική είναι ελάχιστα γνωστή, με εξαίρεση των ακαδημαϊκό χώρο, τους ερευνητές και τους μελετητές. «Αλλά δεν είμαι σίγουρη ότι οι σύγχρονοι αρχιτέκτονες δημοσιοποιούν όσο πρέπει τη δουλειά τους στο εξωτερικό. Τώρα τα πράγματα αρχίζουν να αλλάζουν και αυτό είναι καλό. Γιατί να μην δείξουμε προς τα έξω τι μπορούμε να κάνουμε;».
Η ίδια από τη θέση της στο περιοδικό ενισχύει την εξωστρέφεια της ελληνικής δημιουργίας με κάθε ευκαιρία. Κυρίως στα καλοκαιρινά τεύχη όπου υπάρχει ένα ετήσιο θέμα παρουσίασης νέων, ανερχόμενων γραφείων από ολόκληρο τον κόσμο. «Πολλές φορές έχω συμπεριλάβει νέα ελληνικά γραφεία, όπως για παράδειγμα τους Divercity, τους LoT, και πιο πρόσφατα τους Point Supreme», λέει. «Φυσικά υπάρχουν και παλαιότερα γραφεία με ιδιαιτέρως αξιόλογη δουλειά, αλλά μου αρέσει ιδιαίτερα να ανακαλύπτω τα νέα ονόματα και να μπαίνουν νέες φωνές στη συζήτηση».
Αν είχε τη δυνατότητα και τα κονδύλια θα προσπαθούσε να σώσει όσο το δυνατόν περισσότερα νεοκλασικά σπίτια στις ελληνικές πόλεις. «Ομορφα, παλιά κτίρια γενικότερα. Μπορεί να γράφω για σύγχρονη αρχιτεκτονική και φυσικά θα υποστηρίξω νέα και αξιόλογα κτίρια (δεν θα υποστήριζα ποτέ την συντήρηση των πάντων), όμως είναι εξίσου σημαντικό να διατηρούμε και να εκτιμούμε την πολιτιστική μας κληρονομιά». Η Ελλη Σταθάκη εξηγεί τη σκέψη της μέσα από ένα προσωπικό παράδειγμα: «Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80 περίπου, γύρω από το οικογενειακό μας σπίτι στη Λάρισα, ο δρόμος ήταν γεμάτος όμορφες μονοκατοικίες. Σιγά σιγά αντικαταστάθηκαν από μεγάλες οικοδομές και τώρα, σχεδόν μόνο η δική μας παλιά μονοκατοικία έχει μείνει. Αν οι πόλεις μας ήταν ένας συνδυασμός καλοδιατηρημένων παλαιών κτιρίων και υψηλής ποιότητας νέων κτισμάτων και υπαίθριων χώρων, πιστεύω ότι η χώρα θα ήταν ομορφότερη».