People

Michael Paleodimos: Αυτός είναι ο Έλληνας φωτογράφος που πήρε το Όσκαρ 2016

O Έλληνoαυστραλός φωτογράφος, σκηνοθέτης και διευθυντής φωτογραφίας είναι μέλος της ομάδας της ταινίας STUTTERER που είναι υποψήφια για Όσκαρ Ταινίας Μικρού Μήκους. O Michael Paleodimos μιλάει αποκλειστικά στο People για τη ζωή ενός young creative στο εξωτερικό, την ταινία που έχει σαρώσει στα φεστιβάλ ανά τον κόσμο και το πώς βρέθηκε στα Όσκαρ.
ΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΣΙΟΥΛΗΣ

Ο Michael Paleodimos είναι μια κλασική περίπτωση αισιόδοξου και δημιουργικού ανθρώπου που άφησε την ασφάλεια της πατρίδας και της ζωής που του παρέχει για μια νέα ζωή στο εξωτερικό. Από τα εργαστήρια της κλινικής βιοχημείας πέρασε στη φωτογραφία και τελευταία υπήρξε μέλος μιας ομάδας που έφτιαξε μια low budget indie ταινία μικρού μήκους, η οποία κέρδισε βραβεία σε πολλά φεστιβάλ κινηματογράφου και έφτασε να είναι υποψήφια μέχρι και για Όσκαρ στην αντίστοιχη κατηγορία.

Η υπόθεσή της; Ένας νέος, πνευματώδης, αλλά πολύ ντροπαλός τυπογράφος με τραυλισμό γνωρίζει online μια κοπέλα και φλερτάρουν. Έπειτα από αρκετό καιρό, όταν έρθει η στιγμή να συναντηθούν από κοντά, αυτός διστάζει λόγω του προβλήματος στην ομιλία του. Θα έχει happy end αυτό το σύγχρονο love story στην εποχή του Διαδικτύου;

Ο Michael κατάφερε να πάρει το χρυσό αγαλματίδιο στα Όσκαρ 2016. Συγκεκριμένα, ο Ελληνoαυστραλός φωτογράφος, σκηνοθέτης και διευθυντής φωτογραφίας Michael Paleodimos είναι μέλος της ομάδας της ταινίας STUTTERER που κέρδισε το Όσκαρ Ταινίας Μικρού Μήκους.

Εμείς μιλήσαμε μαζί του για την πορεία του από την Αθήνα μέχρι τα Όσκαρ.

Σπούδασες και δούλεψες στην κλινική βιοχημεία. Πώς ένας άνθρωπος αφήνει τη σιγουριά της επιστήμης για την αβεβαιότητα της τέχνης;

Τα βήματα από την κλινική βιοχημεία στα θέματα φωτογραφίας έγιναν σταδιακά. Η φωτογραφία ήταν χόμπι μου από παιδί, χάρη σε μια κάμερα οικογενειακή και τη δασκάλα της βιολογίας στο σχολείο μου, που είχε ξεκινήσει ένα κλαμπ φωτογραφίας με σκοτεινό θάλαμο.

Οι πρώτες δουλειές που έκανες στην Ελλάδα, στα περιοδικά Nitro και Esquire, ήταν φωτογραφικές. Τι θυμάσαι από αυτά τα χρόνια;

Eίχα τέτοιο ενθουσιασμό για το ότι ασκούσα το χόμπι μου ως επάγγελμα, που ίσως τα αρνητικά του χώρου εκείνης της δύσκολης εποχής να μη με επηρέαζαν.Ήταν σκληρή δουλειά, αλλά έζησα πολύ ωραίες εμπειρίες. Τα ελληνικά media ήταν επίσης η πόρτα για τον κόσμο της φωτογραφίας.

Θέλω να μου περιγράψεις τη στιγμή που αποφάσισες ότι θα δοκιμάσεις την τύχη σου στο εξωτερικό.

Πάντα ένιωθα ότι ο τρόπος ζωής του εξωτερικού μού ταίριαζε περισσότερo. Οι μεγάλες πόλεις προσφέρουν περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες. Επιπλέον, εφόσον είμαι μισός ξένος, το να επιστρέψω στο εξωτερικό δεν μου φαινόταν μεγάλο βήμα. Ίσως ο πιο σημαντικός λόγος που έφυγα είναι ότι είχα μόλις γνωρίσει την κοπέλα μου, την Αμαρυλλίδα, η οποία ζούσε στο Λονδίνο. Δεν ήθελα να έχω σχέση από απόσταση, οπότε η σχέση μου ήταν ίσως ο μεγαλύτερος καταλύτης για την απόφασή μου.

Πώς ένας νέος άνθρωπος, χωρίς τεράστια προϋπηρεσία σε ένα χώρο, μπορεί να καταλήξει να δουλεύει στην Αγγλία για μεγάλους τίτλους,όπως η Vogue, το Cosmopolitan και το Glamour, σε σύντομο χρονικό διάστημα;

Ήμουν στο κατάλληλο μέρος, την κατάλληλη περίοδο, μια κι εκείνη την εποχή μόλις ξεκινούσε το fashion film στα περιοδικά, επομένως είχα τη δυνατότητα να κάνω και φωτογραφίες και βίντεο. Είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ με τους μεγαλύτερους φωτογράφους και να κάνω editorial films με καλλιτέχνες όπως οιEmma Watson, Kylie Minogue, Jessie J, Ellie Goulding και Lily Allen.

Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία για σένα όσον αφορά τη ζωή στο Λονδίνο;

Έχει ραγδαίους ρυθμούς και συχνά έχει κάποιος την αίσθηση ότι μένει πίσω, επαγγελματικά, οικονομικά, αλλά και ψυχολογικά. Αυτό με αγχώνει, αν και αγαπώ τη δουλειά μου πολύ.

Πώς προέκυψε η ιδέα της ταινίας;

Από την αρχή που ξεκίνησα να εξερευνώ την κινούμενη εικόνα, ήθελα πάντα να μεταβώ στο χώρο του σινεμά. Όταν έφυγα από την Pulse Films (εταιρεία παραγωγής στο Λονδίνο), ξεκίνησα μια δική μου εταιρεία. Αποφάσισα να νοικιάσω ένα χώρο σε ένα στούντιο στο Daslton του ανατολικού Λονδίνου ως γραφείο κι έτσι γνώρισα το σεναριογράφο Benjamin Cleary, ο οποίος είχε μόλις τελειώσει το London Film School. Μου έδειξε μερικά σενάρια και μετά από πολλές κουβέντες καταλήξαμε στο STUTTERER. Το STUTTERER ξεκίνησε ως μια ταινία που θέλαμε να κάνουμε απλά για εμάς, με τους δικούς μας κάνονες. Βάλαμε όλοι μαζί 5.000 λίρες. Ήταν μια πραγματικά indie ταινία, που απαίτησε πολλές ώρες δουλειάς και πολλές χάρες από φίλους και γνωστούς.

Με τι ταινίες μεγάλωσες εσύ;

Πριν από πέντε περίπου χρόνια, έβλεπα ελάχιστες ταινίες. Αν και πάντα ασχολιόμουν με τα καλλιτεχνικά, ένιωθα πως ό,τι έκανα, ακόμα και στον ελεύθερο χρόνο μου, έπρεπε να είναι παραγωγικό. Τώρα, που το σινεμά έγινε η μεγάλη μου αγάπη, όποια ταινία βλέπω με απορροφά τελείως. Κρατάω σημειώσεις και φωτογραφίες από τα πλάνα αγαπημένων μου σκηνοθετών φωτογραφίας, κάτι που ενοχλεί απίστευτα τη σύντροφό μου, γιατί κάθε δύο λεπτά πρέπει να κάνουμε «pause». Καλλιτεχνικά, το ευρωπαϊκό σινεμά μού άρεσε πάντα περισσότερο. Τείνει να είναι πιο ρεαλιστικό, να πραγματεύεται καταστάσεις πραγματικές. Διέπεται συνήθως από πολύ πιο ανθρώπινα συναισθήματα και ο τρόπος που απεικονίζεται αυτό στη μεγάλη οθόνη είναι κάτι που πάντα θέλω να βγάζω και στη δική μου δουλειά. Η τελευταία μικρού μήκους που μόλις ολοκλήρωσα έχει πολλές επιρροές από τους αδελφούς Dardenne.

Ποια ήταν η διαδικασία παραγωγής του STUTTERER;

Το STUTTERER ξεκίνησε από το εξαιρετικό σενάριο του Benjamin. Χωρίς καλό σενάριο, δεν θα πας πολύ μακριά. Η δουλειά μου ως διευθυντής φωτογραφίας αρχίζει πριν τα γυρίσματα. Πρέπει να βρεις το κατάλληλο mood που θα έχει η ταινία οπτικά. Πώς θα φωτιστεί, ποιες είναι οι ιδανικές τοποθεσίες για την ιστορία που θέλεις να διηγηθείς. Αφού γυριστεί η ταινία, ξεκινάει το «post production», δηλαδή ό,τι έχει να κάνει με το μοντάζ, τον ήχο, τη μουσική, τα εφέ, και το χρωμάτισμα της ταινίας.
peoplegreece.com

Back to top button
Close
Close