Αλέξανδρος Λυκουρέζος:«Δεν μπορείς να συμφιλιωθείς με το κενό και την απουσία»
Ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος, τρεις μήνες μετά τον θάνατο της Ζωής Λάσκαρη, και με αφορμή την παράσταση στη θεατρική σκηνή που φέρει το όνομά της, ξεδιπλώνει αναμνήσεις, σκέψεις, συναισθήματα γι ´αυτή την απουσία. Ξέρει ότι το κενό δεν γεμίζει. Όπως ξέρει πως αυτό το ίδιο κενό είναι γεμάτο από την κοινή τους ζωή, τη βαθειά τους σχέση και την μεγάλη οικογένεια που μοιράστηκαν. Και είναι πολύ υπερήφανος που η κόρη τους, Μαρία-Ελένη Λυκουρέζου, συνεχίζει, με όρεξη και δύναμη, στον δρόμο που χάραξε η μητέρα της. Show must go on….
«Μετά τον θάνατο της Ζωής δεν είχε νόημα για μένα να μένω στο Πόρτο Ράφτη. Το Πόρτο-Ράφτη που ζούσαμε τα τελευταία δεκαπέντε – είκοσι χρόνια ήταν επιλογή της. Δεν ήθελε να φύγει από εκεί κι εγώ γυρνούσα εκεί κάθε βράδυ. Μετά από τόσα χρόνια συμβίωσης δεν μπορούσα να την εγκαταλείψω.
Το σπίτι στο Πόρτο Ράφτη το είχε φτιάξει εκείνη. Κάθε τι, ήταν από εκείνη. Το τασάκι, το βάζο, ήταν όλα επιλογή της, ακόμα και η θέση που είχε το καθένα. Μετά την απουσία της, το σπίτι ήταν άδειο για μένα. Το σκέφτηκα, ήθελα να ωριμάσει μέσα μου αυτή η σκέψη για να μπορέσω να φύγω. Ενα σπίτι κενό ήταν πολύ δύσκολο, δεν μπορούσα να το αντιμετωπίσω. Συναισθηματικά δεν μπορούσα να συμφιλιωθώ με αυτό το κενό…. Ιδίως το δωμάτιό μας, η κρεβατοκάμαρά μας στο Πόρτο Ράφτη ήταν πια τόσο άδεια.
Είχε τόσο πολλά πράγματα η Ζωή. Ούτε μπορεί να φανταστεί κανείς τι είχε μαζέψει στη ζωή της. Δεν μπορείς να συμφιλιωθείς και να εξοικειωθείς με αυτό το κενό, τη μόνιμη απουσία. Είναι βαρύ, αλλά δεν έχεις κι άλλη επιλογή. Τώρα σκοπός μου είναι να έχω υγεία, και διανοητική, για να συνεχίσω την εργασία μου που και αγαπώ και χρειάζομαι. Κι αυτό μου δίνει δύναμη».
«Την περασμένη εβδομάδα, επέστρεψα στο πατρικό μου στο Κολωνάκι. Ηθελα να γυρίσω στο κέντρο -φίλοι, παλιοί γνωστοί, όλοι εδώ είναι. Ηδη αισθάνομαι μια χαλαρότητα, νοιώθω πιο ήρεμος.
Στη ζωή μου είχα την ευλογία και την τύχη να συναντήσω τη Ζωή και να περάσουμε μαζί σαρανταένα χρόνια. Δεν είναι λίγα. Συμβιώσαμε σαρανταένα χρόνια. Δεν προηγήθηκαν πολλοί μήνες προγαμιαίας σχέσης. Γνωριστήκαμε τον Φεβρουάριο του 1976 και παντρευτήκαμε τον Ιούνιο. Ηταν κεραυνοβόλο και ταχύτατο. Η Ζωή ήταν μεγάλη σταρ τότε. Εγώ είχα μόλις γυρίσει από την επταετία στο εξωτερικό. Δεν είχα την προβολή που είχε η Ζωή.
Η Μαρία-Ελένη είναι το μόνο παιδί που μεγάλωσε κοντά μου. Της έχω και μου έχει αδυναμία -ελπίζω
Ηρθε στο γραφείο μου για κάποια υπόθεσή της και γνωριστήκαμε. Δεν είχα δει ποτέ ταινία της, ποτέ. Το είχα πει και στη Ζωή αυτό. Ανήκα τότε στην παρέα με τον Κακογιάννη, τον Κούνδουρο, και τα έργα του Φίνου τα σνομπάραμε. Εβλεπα την «Μαγεμένη Πόλη», την «Ηλέκτρα». Αργότερα ο Νίκος ο Κούνδουρος μου είπε πόσο λάθος κάναμε και τα σνομπάραμε. Γιατί εκ των υστέρων αναγνωρίσαμε τη γοητεία τους αλλά και τη συμβολή αυτών των ταινιών στην ανάπτυξη του ελληνικού κινηματογράφου.
Για τον γάμο μας, εγώ επέμεινα. Η Ζωή είχε ήδη χωρίσει από έναν πρώτο γάμο και είχε ένα παιδί, τη Μάρθα. Είχε έναν δισταγμό για τον γάμο μας, αλλά επείσθη. Εκείνη τελικά με επέλεξε -γιατί οι γυναίκες μας επιλέγουν και εκείνες είναι που μας εγκαταλείπουν. Η Ζωή δεν ήθελε ποτέ να με εγκαταλείψει, ούτε εγώ. Η επιμονή μου οδήγησε στον στόχο, στον γάμο, κι αυτός βάσταξε τόσα χρόνια. Το ότι επιβίωσε αυτή η σχέση ήταν πολύ σημαντικό. Με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Για να υπάρχει μια τόσο μακρόχρονη σχέση σημαίνει ότι υπάρχει και μια ουσιαστική βάση. Και ιδίως σε έναν γάμο που δεν ήταν συμβατικός».